Αγγειοπλαστική στεφανιαίων αρτηριών (Στεφανιαίο Stent – ‘‘Μπαλονάκι’’)
Η αγγειοπλαστική των στεφανιαίων αρτηριών (‘‘μπαλονάκι’’ ή PTCA ή PCI) είναι μια θεραπευτική πράξη που εκτελείται από επεμβατικούς καρδιολόγους προκειμένου να ανοιχτεί η αποφραγμένη στεφανιαία αρτηρία από μεγάλες αθηρωματικές πλάκες ή/και θρόμβους και να αποκατασταθεί η ροή αίματος στο μυοκάρδιο. Αποτελεί την ουσιαστική θεραπεία της στεφανιαίας νόσου σε ασθενείς με συμπτώματα της στεφανιαίας νόσου ή/και με σημαντικές βλάβες στα στεφανιαία αγγεία μετά από διενέργεια στεφανιογραφίας (συνήθως >70% στένωση).
Αρχικά, αφού πρώτα γίνει τοπική αναισθησία στην περιοχή της εισόδου του καθετήρα (περιοχή του καρπού-κερκιδική προσπέλαση ή του μηρού-μηριαία προσπέλαση), προωθείται ο καθετήρας (οδηγός καθετήρας αγγειοπλαστικής) έως τη στενωμένη στεφανιαία αρτηρία. Στη συνέχεια, μέσα από τον καθετήρα προωθείται ένα πολύ λεπτό σύρμα (οδηγό σύρμα αγγειοπλαστικής), το οποίο φθάνει και περνά μέσα από τη στένωση του αγγείου. Πάνω σε αυτό το σύρμα διέρχεται ένας καθετήρας που στο άκρο του έχει ειδικό μπαλόνι, το οποίο τοποθετείται μέσα στη στένωση. Ακολούθως, ο καρδιολόγος φουσκώνει με υγρό το μπαλόνι στο σημείο της στένωσης, ώστε να συμπιεστεί η αθηρωματική πλάκα και να διανοιχτεί η στενωμένη αρτηρία. Εν συνεχεία, αφαιρείται ο καθετήρας-μπαλόνι και προωθείται ένας άλλος καθετήρας-μπαλόνι που έχει ένα συμπιεσμένο μεταλλικό πλέγμα-νάρθηκα τυλιγμένο στην επιφάνειά του (stent). Με το φούσκωμα του μπαλονιού διαστέλλεται και το stent. Κατόπιν το μπαλόνι ξεφουσκώνει και αφαιρείται ο καθετήρας-μπαλόνι, ενώ το stent παραμένει στο σημείο της βλάβης και διατηρεί τη στεφανιαία αρτηρία ανοικτή (Εικόνα, video). Ο ασθενής παρακολουθείται για 24 ή περισσότερες ώρες, ανάλογα με τα συνυπάρχοντα προβλήματα και το κλινικό σύνδρομο, και ακολούθως εξέρχεται από το νοσοκομείο με οδηγίες και υπό φαρμακευτική αγωγή.
Παρόλη την εξέλιξη της τεχνολογίας παρατηρούνται μερικές επιπλοκές τόσο κατά τη διάρκεια της επέμβασης όσο και απώτερες, αλλά σε μικρό ποσοστό ασθενών. Αιμάτωμα-αιμορραγία από το σημείο της παρακέντησης, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου (θανατηφόρο ή μη) μπορούν να συμβούν κατά την επέμβαση σε ποσοστό < 2%. Μακροχρόνια μπορεί να δημιουργηθεί ξανά στένωση (επαναστένωση) στο σημείο της επέμβασης σε ποσοστό περίπου 5% ή και μεγαλύτερο ιδίως σε ασθενείς με σύμπλοκες επεμβάσεις ή συνοσηρότητες. Επίσης, μπορεί να συμβεί θρόμβωση του stent που να οδηγήσει σε έμφραγμα σε ποσοστό < 1%. Ο κυριότερος παράγοντας κινδύνου για θρόμβωση του stent είναι η κακή συμμόρφωση του ασθενή με τη φαρμακευτική. Η διακοπή της αντιαιμοπεταλιακής αγωγής νωρίτερα από διάστημα που έχει καθορίσει ο ιατρός συσχετίζεται με αυξημένα ποσοστά θρόμβωσης του stent.